- ομότιμοι
- (peers αγγλικά, pαirs γαλλικά). Η ονομασία προέρχεται από τη Μάγκνα Κάρτα (1215), όπου ο όρος πρωτοχρησιμοποιήθηκε –με την αρχική σημασία του ίσοι, λατ. pares– για να τονίσει ότι οι Άγγλοι ευγενείς έπρεπε να δικάζονται από τους ίσους τους. Το πολιτικό βάρος της Βουλής των Λόρδων, και επομένως των ο. περιορίστηκε βαθμιαία. Από το 1911 οι ο. διατηρούν μόνο το δικαίωμα να καθυστερούν την εφαρμογή των νόμων που αποδοκιμάζουν. Στη Γαλλία, ο θεσμός των ο. εφαρμόστηκε από το 1814 έως το 1848. Ο τίτλος, τον οποίο απένειμε ο βασιλιάς, ήταν προσωπικός χωρίς κληρονομική μεταβίβαση. Οι κάτοχοι του συγκροτούσαν τη βουλή των ο., ένα είδος γερουσίας, με τα σύγχρονα κοινοβουλευτικά μέτρα.
Dictionary of Greek. 2013.